Ἡ Συνάντησίς μου μὲ τὸν Γέρο-Παΐσιο
Ἐπισκόπου Φιλαρέτου
Ἧταν τῶν Ἁγίων Ἀναγύρων 1 (14 μὲ τὸ νέο) Νοεμβρίου τοῦ 1992 ἠμέρα Σάββατο. Εἶχα 6 χρόνια ποὺ ἦμουν ἱερέας. Στὴν Δάφνη τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἶχα φτάσει πολὺ ἐνωρὶς καὶ περίμενα τὸ καράβι νὰ βγώ ἔξω μετὰ ἀπὸ μερικὲς μέρες ποὺ εἶχα περάσει στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἅννης κλπ.
Τύχαια συναντήθηκα μὲ τὸν Μοναχὸ Νικόδημο (Χριστοδουλόπουλο) τῆς Γορτυνίας. Μοῦ πρότεινε νὰ πιοῦμε καφέ, διότι εἶχαμε πολὺ χρόνο νὰ περιμένουμε τὸ καράβι καὶ καθίσαμε σὲ κάποιες καρέκλες πίσω στὴν Δάφνη.
Ξαφνικὰ βλέπουμε πολὺ κόσμο στὴν Δάφνη. Πίστευα ὅτι εἶχαν συγκεντρωθεῖ γιὰ τὸ καράβι, ἀλλὰ ὁ Π. Νικόδημος ἐπέμενε ὅτι ἦταν πολὺ ἐνωρὶς ἀκόμα καὶ πῆγε νὰ δεῖ γιατὶ τόση φασαρία. Γύρισε καὶ μοῦ εἶπε ὅτι ῆταν ἐκεῖ ὁ Γἐρο-Παΐσιος ὁ γνωστὀς (ποὺ θὰ ἔβγαινε γιὰ τὴν Σουρωτὴ) καὶ μοῦ εἶπε νὰ πᾶμε καὶ νὰ τὸν ρωτήσω κάτι. Στὴν ἐρώτησή μου «γιατὶ δὲν τὸν ρωτᾶς ἐσύ;», μοῦ ἀπάντησε ὁ Π. Νικόδημος, «δὲν ἀντέχω…θὰ γέλασω!»
Πῆγαμε κοντά. Τὶ νὰ δῶ!! Ὁ κάθενας ρωτοῦσε τὸν Γέρο-Παΐσιο κάτι κοσμικό. Μέχρι γιὰ αὐτοκίνητα κλπ. τὸν ρωτοῦσαν. Ἅρχισα νὰ μὴ θέλω καθόλου νὰ ἀσχοληθῶ ἀλλὰ ἡ γνώμη μου ἄλλαξε ὅτι ἄκουσα μία θλιβερὴ ἀπάντηση τοῦ Π. Παϊσίου.
Οὔτε 6 μῆνες εἶχαν περάσει ἀπὸ τὸν διωγμὸ τῶν μοναχῶν τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς ποὺ ζοῦσαν στὴν Σκήτη τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ στὶς Καρυὲς τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὑπεὐθυνος γιὰ τὸν διωγμὸ ἦταν ὁ σχετικῶς καινούργιος στὴν θέση «Πατριάρχης» Βαρθολομαίος. Ὁπότε κάποιος κοσμικὸς ἐρώτησε τὸν Γέροντα Παΐσο, «Ἧταν σώστο ποὺ ἔδιωξε ὁ Πατριάρχης τοὺς μοναχοὺς τῆς Σκήτης τοῦ Προφήτου Ἠλιοῦ;». Ἡ ἀπάντηση τοῦ Μοναχοῦ Παϊσίου ἦταν ἡ ἐξῆς: «Ἐὰν μία μάνα θηλάζει ἔνα μωρὸ καὶ πάθει ἡ μάνα κρυολόγημα, δὲν τῆς παίρνουμε τὸ μωρὸ της νὰ τὸ δώσουμε σὲ μία ἄλλη μάνα ποὺ ἔχει καρκίνο!». Καὶ ἐξήγησε ὁ Γἐρο-Παΐσιος ὅτι τὸ Πατριαρχεῖο ἦταν ἡ μάνα μὲ τὸ κρυολόγημα, ἀλλὰ οἱ Ρώσοι τῆς Διασπορᾶς ἦταν ἡ μάνα μὲ κάρκίνο.
Ταράχθηκα μὲ τὴν τοποθέτηση τοῦ Γέροντος Παϊσίου ὅτι ἡ αἴρεση τοῦ οἰκουμενισμοῦ ἦταν ἀπλὸ «κρυολόγημα» ἐνὼ ἡ ἀνόθευτη Ὀρθοδοξία τῶν ζηλωτῶν μοναχῶν τῶν Ρώσων τῆς Διασπορᾶς ἧταν καρκίνος!
Τότε πῆρα τὸ θάρρος καὶ πλησίασα τὸν Γἐρο-Παΐσιο νὰ κάνω κάποια «ἐρώτηση» καθὠς μοῦ εἶχε παραγγείλει νὰ κάνω ὁ Μοναχὸς Νικόδημος. Φοροῦσα, ὅπως πάντα φοροῦσα τότε, ἕναν ἀπλὸ σκοῦφο Ἁγιορείτικο. «Θέλω νὰ σᾶς κάνω Γέροντα μία ἐρώτηση, ἀλλὰ θέλω ἀπάντηση μόνον ἅν σᾶς φωτίσει ὁ Θεὸς», εἶπα. Ἑκεῖνος, σὰν τὴν τσιγγάνα, ἄρχισε νὰ προσπαθήσει νὰ ἀντλήσει πληροφορίες ἀπὸ μένα γιὰ νὰ ἀπαντήσει «θεόπνευστα»! Ἐγὼ ἐπέμενα νὰ μὴ δώσω πληροφορίες γιὰ νὰ εἶναι ἡ ἀπάντηση τοῦ Γέροντος «ἐκ Θεοῦ». Τὸν ἐρώτησα (ἧδη ὤν ἱερέας χρόνια), «τὶ φωτίζεστε, Γέροντα, νὰ γίνω ἱερέας;» Τότε ὁ Γέροντας κοίταξε ἐπάνω κάτω καὶ μοῦ ἀπάντησε, «νὰ μὴ γίνεις!».
Τὸν εὐχαρίστησα καὶ ἔφυγα. Ὁ δὲ Π. Νικόδημος, ποὺ εἶχε παρακολουθήσει ὅλη τὴν σκηνὴ, εἶχε πραγματικὰ λυθεῖ στὰ γέλια!